«Μοναστήρι, η πολιτεία της Μακεδονίας που πρωτοαγάπησα»

Οι Έλληνες του Μοναστηρίου έκλεισαν τα καταστήματά τους προς ένδειξη διαμαρτυρίας για τις συνεχείς δολοφονίες Ελλήνων από τους κομιτατζήδες. (εφημ. Σκριπ, 22 Αυγούστου 1908)



Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος

«Ύστερα από δέκα χρόνια, μετά την πρώτη φορά που ήλθα στο Μοναστήρι, νάμαι πάλι! Και είναι οι Σέρβοι μέσα, αντί να είμαστε εμείς.
»Όταν πριν δέκα χρόνια περπατούσα σ’ αυτόν τον κάμπο, κάτω από το Μπούκοβο και τ’ άλλα χωριά του Περιστεριού, λυπόμουν κ’ έλεγα:
” Άραγε θα είναι ποτέ δικά μας τούτα τα χώματα;» Και όμως παρά τρίχα να τα πάρουμε. Λίγο να βιαζόμαστε περισσότερο, θα είχαμε φτάσει εμείς πρώτοι στο Μοναστήρι.
” Μπήκα στο Μοναστήρι ύστερα από τα μεσάνυχτα και έβρεχε ψιλά και το φεγγάρι φώτιζε μεσ’ από την ομαλή διάφανη συννεφιά, τη γαλατένια. Περπατούσα στους άδειους δρόμους και ήτανε, σαν όνειρο, να ξαναβρίσκομαι εγώ, ύστερα από δέκα χρόνων ζωή, στην πολιτεία της Μακεδονίας, που πρωτοαγάπησα. Και την αγαπούσα πολύ και πάλι και με συγκινημένη λύπη την ξαναθωρούσα.
» Τώρα έχω πολύ να κοπιάσω…, αφού βρέθηκα εγώ να αγαπώ το Μοναστήρι έτσι. Μα σταματώ τις δουλειές όλες για να πω μια στιγμούλα τον πόνο μου για το καϋμένο το Μοναστήρι και να νοσταλγήσω τα ωραία νιάτα μου.»
(Ημερολόγιο Ίωνος Δραγούμη 1978-1920, το πιο πάνω κείμενο είναι από την επιστροφή του στο Μοναστήρι το Νοέμβριο του 1912)

Η νοσταλγία έχει φουντώσει στην καρδιά του άλλοτε προξένου του Μοναστηριού.
Αναθυμάται το δικό του Μοναστήρι, τη δεύτερη, μετά τη Θεσσαλονίκη, ένδοξη ελληνική πόλη της μακεδονικής γης.
Θυμάται, και με συναισθηματική φόρτιση γράφει:
“Περπάτησα στους δρόμους, που τόσες φορές πέρασα. Είδα τα χωριά, που την άνοιξη είναι χαρά θεού, και είδα τα δέντρα που το χειμώνα με την πάχνη είναι μαγικά. Θυμήθηκα την εικόνα της Κόμης, που εδώ μ’ αγάπησε και είδα τα μέρη, που την είχα συναντήσει.
»Όσο μένω εδώ, ζω σε άλλα χρόνια, που μου φαντάζουνε σαν ωραιότερα...
»Βλέπω όλα εκείνα τα πράγματα, που τότε εγνώρισα και τα ξεχωρίζω ένα-ένα και το καθένα μου ξυπνάει θύμησες. Βλέπω ανθρώπους εκείνου του καιρού και είναι ζωντανοί και μου μιλούν και είναι οι ίδιοι. Μου έρχεται να τραγουδήσω τα ονόματά ένα— ένα των σπιτιών, των δρόμων, των δένδρων, που γνωρίζω, και ύμνο να υψώσω στο υψηλό και άσπρο Περιστέρι με τα όμορφα χωριά του."

(Ίωνος Δραγούμι : Μοναστήρι 12/25 Νοέμβρη 1912 από «Ταχυδρόμος Αίγυπτος» 10 Ιουνίου 1962)

Ο υιός του Στρατηλάτη Κωνσταντίνου στο Μοναστήρι


Για την αναφερόμενη επίσκεψη του τότε διαδόχου του ελληνικού βασιλικού θρόνου, Γεωργίου, γιου του Στρατηλάτη Κωνσταντίνου, θα φιλοξενήσουμε ένα μικρό απόσπασμα από την εφημερίδα «Μακεδονία» της 3ης Μαίου 1913.
Από το κείμενο διαφαίνεται η πικρία για την μη ενσωμάτωση του Μοναστηρίου στον κορμό του ελληνικού κράτους.
Το πρωτοσέλιδο άρθρο έχει τίτλο «Η Υποδοχή του Μοναστηρίου»:
“Ο θίγων τα όρια της φρενίτιδος ενθουσιασμός δια του οποίου υπεδέχθησαν την Α.Β.Υ. τον Διάδοχον πάσαι μεν αι πόλεις, δια των οποίων διήλθε μάλιστα δε το Μοναστήριον αποδεικνύει την ελληνικότητά αυτού την αμιγή και απόλυτον.
Εν Μοναστηρίω η Α.Β.Υ. ο Διάδοχος ευρίσκετο εις πόλιν εντελώς Ελληνικήν, την οποίαν αι τύχαι του πολέμου έθεσαν εις τας χείρας συμμάχων, των ειλικρινεστέρων ευτυχώς και αδελφικωτέρων, θα εννόησε δε ασφαλώς εκ της γενομένης εις Αυτόν υποδοχής την διακαή επιθυμίαν της πόλεως εκείνης, όπως συμπεριληφθή και αυτή εις τας αγκάλας της μητρός Ελλάδος.
Συγχαίροντες τους αδελφούς Μοναστηριώτες δια την ωραίαν υποδοχήν, την οποίαν έκαμον εις τον Διάδοχον, ευχόμεθα όπως λίαν ταχέως, ίδουν την επιθυμίαν των ταύτην πραγματοποιούμενην.»

Φωτο: Ο Μίλτος Μανάκης ή Μανάκια από το χωριό Αβδέλλα Γρεβενών, ο πρώτος κινηματογραφιστής των Βαλκανίων.
Το άγαλμα του Μανάκη έστησαν οι σλαβομακεδόνες στο Μοναστήρι (Bitola) και τον θεωρούν ...σλαβομακεδόνα. Η φωτογραφία τραβήχτηκε το Δεκέμβριο 2008, από το φίλο Μ.Β. από το Σικάγο.
Οι είκοσι οκτώ επαναστάτες του 1896

Ο ελληνισμός του Μοναστηρίου δεν έσκυψε το κεφάλι του στον Τούρκο κατακτητή. Μοναστηριώτες συμμετείχαν σε επαναστάσεις κατά των Οθωμανών στη νότιο Ελλάδα αλλά και στην Κρήτη (το 1886). Από την εφημερίδα Εμπρός της 16ης Ιουλίου 1898 μας γίνεται γνωστή μια άλλη επαναστατική ενέργεια των Μοναστηριωτών που δεν είχε αίσιο τέλος.
Το δημοσίευμα κατηγορεί την τότε Ελληνική Κυβέρνηση για εγκατάλειψη τους.
Σημειώνεται χαρακτηριστικά στο δημοσίευμα που το μεταφέρουμε στη λαλούσα γλώσσα:
« Εικοσιοκτώ επαναστάτες του 1896 από τους πιο γνωστούς του Μπρούφα και των άλλων οπλαρχηγών βρίσκονται εδώ και δύο χρόνια αιχμάλωτοι στις φυλακές του Μοναστηρίου, χωρίς να έχουν ελπίδα να ελευθερωθούν ποτέ.
Η ελληνική κυβέρνηση που προ του πολέμου τους βοηθούσε τώρα τους έχει ολότελα λησμονήσει. Μάταια οι άτυχοι διαμαρτύρονται, συντάσσουν αναφορές, επικαλούνται το άρθρο 5 της συνθήκης που αναφέρεται στα πολιτικά εγκλήματα για τα οποία κατηγορήθηκαν οι επαναστάτες Έλληνες. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση από κανέναν. Εγκαταλειμμένοι από παντού, αφημένοι στην τύχη τους και στην θηριωδία των τουρκικών αρχών, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και τον ερχόμενο αιώνα θα ευρίσκονται στην ίδια φυλακή. Έτσι, για να μάθουν οι ανόητοι να ζητήσουν άλλη φορά την ελευθερία της πατρίδας τους.»…
Προσπάθησα να ερευνήσω ποια ήταν η συνέχεια για τους φυλακισμένους επαναστάτες του 1896, από διάφορες πηγές, αλλά δεν κατάφερα να εντοπίσω κάτι σχετικό.