Μάξιμος ο Έλλην- Maksim Grek -Максим Грек -16ος αιώνας

Ο Αναγεννησιακός άγιος της ρωσικής εκκλησίας

Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος


Το κοσμικό όνομά του ήταν Μιχαήλ Τρίβολης.Γεννήθηκε στην κατακτημένη από τους Οθωμανούς Ελλάδα, το 1475. Γενέθλια πόλη του, η Άρτα.
Είναι μια σημαντική προσωπικότητα του 16ου αιώνα, ειδικά στην χριστιανική Ρωσία, όπου μετέφερε το αναγεννησιακό πνεύμα της Δύσης, μέσα από τη συνολική στάση της ζωής του.Είναι γνωστός ως Μακσίμ Γκρέκ ( στα ρωσικά: Максим Грек ή Михаил Триволис), υπέγραφε, μάλιστα, τα χειρόγραφά τους και ως «Μάξιμος ὁ Ἁγιορήτης».
Το ενδιαφέρον που έδειχνε από πολύ νεαρή ηλικία για γνώση της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, των εκκλησιαστικών κειμένων καθώς και της κλασικής ελληνικής φιλοσοφίας τον ώθησε να μεταβεί στην Ιταλία για σπουδές. Μόλις είχε μπει τότε στα δεκαεπτά.

Καταγόταν από εύπορη οικογένεια και η απόφασή του αυτή ενισχύθηκε από τους γονείς του. Τα χρόνια αυτά όλη σχεδόν η ελληνική χερσόνησος βρισκόταν υπό της Οθωμανικής κυριαρχίας. Είχαν περάσει, περίπου, πενήντα χρόνια που η Κωνσταντινούπολη αλώθηκε από τους Τούρκους.
Επικρατούσε παντού πνευματικό σκοτάδι. Άλλωστε, όλοι οι άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, που κατάφεραν να επιβιώσουν κατέφυγαν σε πόλεις της ιταλικής χερσονήσου, όπου βίωνε την εποχή αυτή η ελπιδοφόρα για την ανθρωπότητα Αναγέννηση.
Ο νεαρός Μιχαήλ Τρίβολης πήγε στη Βενετία, όπου εκεί βρήκε μια ακμαία ελληνική παροικία. Πάνω από πέντε χιλιάδες Έλληνες βρίσκονταν τότε εκεί.
Γνωρίστηκε με τον ξακουστό τυπογράφο της εποχής Άλντο Μανούτιο, όπου είχε εκδόσει δεκάδες ελληνικά βιβλία μεταφρασμένα στη φιλολογική γλώσσα της εποχής που ήταν τα λατινικά.
Η γνωριμία που του έδωσε δύναμη στις πνευματικές αναζητήσεις του ήταν ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης, ο γνωστός Κωνσταντινοπολίτης λόγιος και γραμματικός που αφιέρωσε τη ζωή του στη μετάδοση της ελληνικής γνώσης στη Δύση. Επί αρκετά χρόνια παρακολούθησε τα μαθήματά του.
Εκείνος όμως που τον ενέπνευσε και τον συγκίνησε περισσότερο ήταν ο Γκιρόλαμο Σαβοναρόλα (Girolamo Sabonarola). Οι φλογεροί λόγοι του δομινικανού ιερωμένου που ήθελε να μετασχηματίσει και να εξανθρωπίσει το απόλυτο της παπικής θρησκευτικής κυριαρχίας, τον συγκλόνισαν κυριολεκτικά. Οι λόγοι του, θα τον καθοδηγούσαν σε όλη του τη ζωή.
Αποφάσισε να ακολουθήσει τη μοναστική ζωή. Το 1507, σε ηλικία τριάντα δύο ετών, γύρισε στην σκλαβωμένη Ελλάδα, με σκοπό να πάει στο Άγιο Όρος. Πράγματι από αυτό το έτος φέρεται ως ενταγμένος στη Μονή Βατοπεδίου του Αγίου Όρους με το μοναστικό όνομα «Μάξιμος».
Αφιερώθηκε στη δημιουργία αντιγράφων αρχαίων κειμένων και αμέσως από την επιμονή και την εργατικότητά του ξεχώρισε από το σύνολο των μοναχών.
Ο Μάξιμος ούτε εκεί ήταν γραφτό να παραμείνει. Το 1515 ο Ρώσος Μέγας Πρίγκηπας της Μόσχας, Βασίλειος το Γ’ ζήτησε από τον ηγούμενο να του στείλει κάποιο μοναχό, ονόματι Σάββα, που είχε ξαναπάει παλαιότερα, και είχε κάνει μεταφράσεις εκκλησιαστικών ψαλμών. Ο Βασίλειoς ο Γ’ της Μόσχας ήταν γιος της Σοφίας Παλαιολόγου και του Ιβάν του Γ΄ του Βασιλίγιεβιτς. Ήταν, δηλαδή, γνώστης των πάλαι ποτε βυζαντινών πραγμάτων.Τα χρόνια όμως είχανε περάσει και ο μοναχός Σάββας ήταν πολύ μεγάλος για τέτοια ταξίδια. Ο ηγούμενος αποφάσισε να στείλει τον καλύτερο και νεότερο μοναχό που θα έδινε λάμψη στη Μονή. Τον Μάξιμο!
Αν και δεν ήξερε λέξη από τη σλαβική εκκλησιαστική γλώσσα, ο ηγούμενος ήξερε πως έστελνε στη Μόσχα έναν άξιο εκπρόσωπο.
Και δεν είχε άδικο…
Ο Μάξιμος στη ρωσική πρωτεύουσα βρήκε την αναγνώριση που αναζητούσε.
Εξοικειώθηκε γρήγορα με την κυριλλική γραφή και τα ρωσικά εκκλησιαστικά κείμενα. Με τη βοήθεια Ρώσων μεταφραστών αλλά και επαγγελματιών αντιγραφέων παρουσίασε την πρώτη εργασία του που ήταν η μετάφραση του «Ψαλτήρος». Η γνωριμία του με το λόγιο Δμίτρι Γερασίμοφ (Dmitry Gerasimov), στάθηκε ως δούρειος ίππος για να εισχωρήσει στο Ρωσικό Ιερατείο αλλά και στο χώρο των πολιτικών αποφάσεων.
Όταν οι μεταφραστικές εργασίες έφθασαν στο πέρας τους αποφάσισε να γυρίσει στο Άγιο Όρος. Τότε συνάντησε την αντίθεση του Βασίλειου του Γ’ στην επιθυμία του αυτή. Ο Ρώσος τσάρος αντιλήφθηκε αμέσως τη ευεργετική παρουσία του Μάξιμου στο ρωσικό ιερατείο και τον έπεισε να παραμείνει.

Κατέκρινε τη μοσχοβίτικη ζωή
Ο αγιορείτης εκτός από τις μεταφραστικές εργασίες του οργάνωσε και την πριγκηπική βιβλιοθήκη και δημιούργησε την πρώτη αρχειοθετημένη συλλογή.
Υπερβαίνοντας τελείως τις μεταφραστικές ασχολίες του, όπως ήταν ανήσυχος και αφού είχε εγκλιματισθεί στο ρωσικό περιβάλλον, άρχισε να κάνει αρνητική κριτική στη «μοσχοβίτικη ζωή» η οποία βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με τη χριστιανική ιδεολογία. Με διάφορες παρεμβάσεις του άρχισε να δειγματίζει και να κατακρίνει την ανοχή των αρχών στην έκλυση των ηθών και στην κοινωνική βαρβαρότητα. Με το δημόσιο λόγο του, που αντιτίθετο στη μοσχοβίτικη καθημερινότητα, άρχισε να τον ακολουθεί ένα κοινωνικό ρεύμα που διακατέχονταν από την ίδια λογική. Μαζί του εμφανίστηκαν και διπλωμάτες όπως ο Ιβάν Βέρσεν-Βεκλέμισεφ, ο οποίος αργότερα εκτελέστηκε για την κριτική του προς τον Μεγάλο Πρίγκηπα της Μόσχας και ο Βάσσιαν Πατρικέγιεφ που ήθελε να εφαρμόσει τους εκκλησιαστικούς κανόνες που υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη πριν την άλωση. Την εποχή εκείνη υπήρχε ένας μεγάλος αναβρασμός στη Ρωσία για την κατάσταση που κυριαρχούσε στο ιερατείο σε όλη τη χώρα. Οι Ρώσοι κληρικοί είχαν χωριστεί σε δύο στρατόπεδα. Το ένα ήταν του Νείλου του Σόρα (μοναχός που ίδρυσε μονή κοντά στο ποταμό Σόρα ) και της μονής Στάρτσι (ένα από τα παλαιότερα ορθόδοξα μοναστήρια, στα ρωσικά: стáрец) και το άλλο των πιστών του Ιωσήφ Βολότσκι( Иосиф Волоцкий) που οι οπαδοί του λεγόντουσαν Ιωσηφιανιστές.
Ο Μάξιμος, ως ιδεολόγος, πήρε το μέρος των πρώτων που ακολουθούσαν το δόγμα της μηδενικής περιουσίας των μοναστηριών και της προσήλωσής τους στα εκκλησιαστικά καθήκοντα σε αντίθεση με τους δεύτερους που ζητούσαν περισσότερη εγκόσμια παρουσία καθώς και δικαιώματα των μοναστηριών στην απόκτηση ακίνητης περιουσίας.
Ο Μάξιμος και οι οπαδοί του καταδίκαζαν ανοικτά τις πολιτικές που έρχονταν από το εσωτερικό αλλά και το εξωτερικό κάνοντας κριτική στον τρόπο ζωής των Ρώσων κληρικών, την καταπίεση των αγροτών και στο σύστημα υποστήριξης των τοπικών αρχών με τη λογική άκρατης φορολόγησης των ανθρώπων της υπαίθρου.
Γύρω στα 1540 ο Μάξιμος έγραψε ένα χειρόγραφο που περιέχει την πρώτη βασική παρουσία της παλιάς Ρωσίας και πως θα έπρεπε να εξελιχθεί μέσα στον υπάρχοντα Νέο Κόσμο. Ήταν ένα καθαρά αναγεννησιακό έργο, που έδινε διεξόδους και προοπτικές στο ρωσικό λαό.

Έπεσε σε δυσμένεια
Οι σχέσεις του Μάξιμου με τον Βάσιαν Πατρικέγιεφ, τον Ιβάν Μπερσέν-Μπεκλεμισεφ και και με τον Τούρκο πρεσβευτή Σκίντερ, καθώς και η διαμάχη του με τον μητροπολίτη της Μόσχας Ντάνιελ που έδωσε διαζύγιο στη σύζυγό του Βασίλειου το Γ’ , Σολωμονία Σαμπούροβα, διαγράψανε το πεπρωμένο του.
Η Σόμπορ (Sobor), η ανατολική, δηλαδή, σύνοδος της ορθόδοξης εκκλησίας που χρησιμοποιεί τη σλαβική γλώσσα σε όλα τα ιερά κείμενα, κατηγόρησε τον Μάξιμο το 1525, για παραποίηση και για δημιουργία αίρεσης μέσα από τις μεταφράσεις των εκκλησιαστικών κειμένων του, που προέκυψε κυρίως από τη μέτρια γνώση της ρωσικής γλώσσας των αντιγραφέων του.
Οι εχθροί του που κρατούσαν τώρα τα ηνία της εξουσίας τον εξόρισαν στο μοναστήρι του Ιωσήφ Βολοκολάμσκ. Τον έκλεισαν, μάλιστα, σε μπουντρούμι με ρητή εντολή απομόνωσης και απαγόρευσης οποιασδήποτε επικοινωνίας.
Έξι χρόνια μετά, σε μία νέα Σόμπορ (σύνοδο) τον κατηγόρησαν πάλι για τις σχέσεις του με τον Τούρκο Πρεσβευτή, αν και αυτός είχε, πια, πεθάνει. Ο Μάξιμος, από τη συνεχή πίεση, αναγκάστηκε να παραδεχτεί μερικά λάθη, στις μεταφράσεις των έργων του, που έγιναν, όπως του είπαν να δηλώσει, λόγω ...οινοποσίας.

Έτσι εξορίστηκε στο Μοναστήρι Ότροχ στην περιοχή Τβέρ κοντά στον ποταμό Βόλγα. Εκεί παρέμεινε τα υπόλοιπα είκοσι έτη της ζωής του.

Παρά τη διαμεσολάβηση των Πατριαρχείων της Αντιόχειας, της Κωνσταντινούπολης και της Ιερουσαλήμ για την απελευθέρωση του οι ρωσικές αρχές απέρριπταν οποιαδήποτε παρέμβαση. Δεν συνηγορούσαν άλλωστε, ούτε ο Ιβάν ο Τρομερός, ούτε ο Μητροπολίτης Μόσχας Μακάριος, γιατί γνώριζαν την ικανότητα του Μάξιμου να αναστρέφει τις καταστάσεις, ειδικά όταν οι κατηγορίες εναντίον του ήταν τόσο πλαστές και αναληθείς.
Χαρακτηριστική είναι, εξάλλου, η δήλωση Μάξιμου προς τον Τσάρο που ήρθε να προσκυνήσει στο μοναστήρι του Κύριλλου— Μπελοζέρκσυ, παρατώντας τους σκοτωμένους στρατιώτες του, άταφους, στην πεδιάδα.
«Καλές είναι», του είπε, «οι προσευχές, καλύτερη όμως είναι η φροντίδα των νεκρών στρατιωτών που έπεσαν στην μάχη για την κατάκτηση του Καζάν."
Ο Μάξιμος ο Έλλην ή Μακσίμ Γκρέκ, ήταν ένας ιδεολόγος, ανθρωπιστής που με το παράδειγμά του δίδαξε ήθος και αγνότητα στις νέες γενεές των Ρώσων.
Πέθανε το 1556 στη μονή της Τρόϊτσε– Σεργίγιεβα Λάβρα.
Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία και η Ανατολική Καθολική Εκκλησία τον ανακήρυξαν Άγιο.Εορτάζεται στις 21 Ιανουαρίου.